Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόβασανισμένος
επίθετο 1 participio passato del verbo [βασανίζω] 2 affli`tto 3 prova`to 4 soffe`rto 5 strazia`to 6 tartassa`to 7 tormenta`to 8 travaglia`to 9 tribola`to permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |