Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόβασίζομαι
ρήμα παθητικό basa`rsi; conta`re; fare affidame`nto βασίζομαι στην εχεμύθειά σου==faccio affidamento sulla tua discrezione | μη βασίζεσαι πάνω του==non contare su di lui! βασίζω ρήμα μεταβατικό basa`re; fonda`re; poggia`re; ripo`rre βασίζω την κατηγορία μου σε αδιάσειστες αποδείξεις==basare la propria accusa su prove inconfutabili permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |