Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ασπασμός  
ουσιαστικό αρσενικό

abbra`ccio ~m~; ba`cio ~m~ ο τελευταίος ασπασμός==l'estremo saluto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ασπάραγος άσπαστος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---