Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αροκάνιστος  
επίθετο

scabro`so

αρουκάνιγος
επίθετο

variante di [αροκάνιστος]

αρουκάνιστος
επίθετο

variante di [αροκάνιστος]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αρόδου άρον άρον  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---