Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


άργητα  
ουσιαστικό θηλυκό

1 indugio
2 lentezza
3 lungaggine
4 mora
5 proroga
6 tardezza
7 tardività

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  Αργεντινός αργία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---