Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόΑργείτης
ουσιαστικό αρσενικό variante di [Αργίτης] Αργείτισσα ουσιαστικό θηλυκό variante di [Αργίτισσα] Αργίτης ουσιαστικό αρσενικό abitante ~f~ della città di Argo; argivo ~m~ Αργίτισσα ουσιαστικό θηλυκό 1 femminile di [Αργίτης ^-η, ο^] 2 abita`nte ~f~ della città di Argo; argi`va ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |