Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αρχοντάνθρωπος  
ουσιαστικό αρσενικό

perso`na ~f~ dai modi signori`li; gentiluo`mo ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αρχόμενος αρχονταρίκι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---