Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαποβαίνω
ρήμα αμετάβατο anda`re a finire; risulta`re ο αγώνας απέβη ισόλαλος==la partita è finita in parità | κάθε προσπάθεια απέβη άκαρπη==ogni tentativo risultò vano | αυτό το σκάνδαλο θα αποβεί εις βάρος του==quello scandalo risulterà dannoso per lui permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |