Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απόβαση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 marineria sbarco ~m~ η απόβαση των επιβατών==lo sbarco dei passeggeri
2 militare sbarco ~m~ η απόβαση των συμμάχων στη Νορμανδία==lo sbarco degli alleati in Normandia

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απόβαρο αποβατικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---