Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απέριττος  
επίθετο

so`brio; se`mplice; disado`rno απέριττη ενδυμασία==abbigliamento disadorno | απέριττος λόγος==linguaggio disadorno

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απέριττα απερίφρακτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---