Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αναζωογόνηση  
ουσιαστικό θηλυκό

il senti`rsi rina`scere

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αναζωογονημένος αναζωογονητής  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το πρόγραμμα αναζωογόνησης = programma [αρσ.] di animazione


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---