Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αναρτήσεις
ουσιαστικό θηλυκό πληθυντικός

automobile sospensio`ni ~fp~

ανάρτηση  
ουσιαστικό θηλυκό

l'appendere; l'affiggere; il sospendere; l'attaccare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αναρτήρας ανάρτυγος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---