Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


άμυνα  
ουσιαστικό θηλυκό

dife`sa ~f~ γραμμή άμυνας==linea di difesa | αντιαεροπορική άμυνα==difesa antiaerea | ο οργανισμός του δεν έχει πια καμία άμυνα==il suo organismo non ha più nessuna difesa | νόμιμη άμυνα==legittima difesa | Υπουργείο Εθνικής Άμυνας==Ministero della Difesa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αμυλώδης αμύνομαι  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


σε νόμιμη άμυνα = legittima difesa [θηλ.]


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---