Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αλευρώνομαι
ρήμα παθητικό

infarina`rsi

αλευρώνω  
ρήμα μεταβατικό

infarina`re αλευρώνω τα ψάρια για να τα τηγανίσω==infarinare i pesci per friggerli

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αλευρωμένος αλευτέρωτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---