Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αληθέστατος
επίθετο

superlativo di [αληθής]

αληθέστερος
επίθετο

comparativo di [αληθής]

αληθής  
επίθετο

vero; ve|ridico; veritie`ro; vera`ce; since`ro αληθής μαρτυρία==testimonianza veridica | αληθής φίλος==un vero amico; un amico sincero

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αληθεμένος αληθεύει  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---