αηδιαστικός
επίθετο
schifo`so; ripugna`nte; disgusto`so; nausea`nte αηδιαστικό θέαμα==spettacolo disgustoso
αηδιαστικότατος
επίθετο
superlativo di [αηδιαστικός]
αηδιαστικώτατος
επίθετο
superlativo di [αηδιαστικός]
αηδιαστικότερος
επίθετο
comparativo di [αηδιαστικός]
αηδιαστικώτερος
επίθετο
comparativo di [αηδιαστικός]
επίθετο
schifo`so; ripugna`nte; disgusto`so; nausea`nte αηδιαστικό θέαμα==spettacolo disgustoso
αηδιαστικότατος
επίθετο
superlativo di [αηδιαστικός]
αηδιαστικώτατος
επίθετο
superlativo di [αηδιαστικός]
αηδιαστικότερος
επίθετο
comparativo di [αηδιαστικός]
αηδιαστικώτερος
επίθετο
comparativo di [αηδιαστικός]
permalink
αηδιαστικός [επίθ.]
αηδιαστικότατος [επίθ.]
αηδιαστικότερος [επίθ.]
αηδιαστικώτατος [επίθ.]
αηδιαστικώτερος [επίθ.]
---CACHE---
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
