Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αηδόνι  
ουσιαστικό ουδέτερο

zoologia usigno`lo ~m~ ((anche in senso figurato)) τραγουδάει σαν αηδόνι==canta come un usignolo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αηδιαστικώτερος αηδονόλαλος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---