Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαγροτεμάχιο
ουσιαστικό ουδέτερο appezzame`nto ~m~ di terre`no coltiva`bile αγροτεμάχιον ουσιαστικό ουδέτερο forma arcaica di [αγροτεμάχιο ^-ου, το^] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |