Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


άγρια  
επίρρημα

1 acerba`mente; asprame`nte; durame`nte
2 feroceme`nte; selvaggiame`nte; violenteme`nte

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αγρεύω αγριαγκινάρα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---