Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αγριαπιδιά  
ουσιαστικό θηλυκό

1 asse`nzio ~m~
2 genepì ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αγριάνθρωπος αγριαρακάς  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---