Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αγνοώ  
ρήμα μεταβατικό

1 ignora`re; non conosce`re αγνοώ την τύχη κάποιου==ignorare la sorte di qualcuno
2 trascura`re; tralascia`re; ignora`re αγνόησε τις συμβουλές μου==ha ignorato i miei consigli
3 non ascolta`re; non dar retta; ignora`re τον αγνόησαν όλοι στη γιορτή==alla festa lo hanno tutti ignorato

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αγνότητα αγνοών  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---