Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αγένωτος
επίθετο

variante di [αγίνωτος]

αγίνωτος  
επίθετο

1 incompiu`to; irrealizza`to
2 di frutta immatu`ro; ace`rbo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αγενώς αγέρας  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---