Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αφού  
σύνδεσμος

1 valore temporale dopo (che) τα 'φτιαξε μαζί της αφού χώρισε από τη γυναίκα του==si è messo con lei dopo essersi separato dalla moglie
2 valore causale poiché; sicco`me; dato che; giacché; visto che αφού δε θες να 'ρθεις, θα πάω μόνος μου==poiché non vuoi venire, ci andrò da solo+++αφού…==ma se… | αφού σου το 'χω πει άπειρες φορές!==ma se te l'ho già detto un'infinità di volte!

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αφότου, αφ' ότου αφουγκράζομαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---