ItalianoGreco


vivàio  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [viˈvajo]

1 ιχθυοτροφείο
2 παιδικός σταθμός
3 πτηνοτροφείο
4 βρεφοκομικός σταθμός
5 φυτώριο
6 ζωοτροφείο
7 εκτροφείο
8 βιβάρι
9 διβάρι
10 εκκολαπτήριο


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---