Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtuffàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [tufˈfare] 1 καταδύομαι 2 κάνω βουτιά 3 βουτώ tuffarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [tufˈfarsi] βουτώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |