Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtroupe
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈtrup] 1 θίασος 2 θεατρική κομπανία 3 μπουλούκι (θεατρικό) 4 λόχος 5 κομπανία 6 παρέα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |