Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtridimensionalità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [tridimensjonaliˈta] 1 ιδιότητα του τρισδιάστατου 2 τρεις διαστάσεις permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |