Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


transpolàre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [transpoˈlare]

1 πολικός
2 εκτεινόμενος μέχρι του πόλους


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  transpadano transrazziale  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

translunare (επίθ.)
transoceanico (επίθ.)
transonico (επίθ.)
transpacifico (επίθ.)
transpadano (αρσ. επίθ και ουσ)
transpolare (επίθ.)
transrazziale (επίθ.)
transumanza (θηλ.ουσ)
transumare (ρ.αμτβ.)
transuranico (επίθ.)
transustanziarsi (ρ. μ. αμτβ.)
transustanziazione (θηλ.ουσ)
tranvai (ουσ αρσ )
tranvia (θηλ.ουσ)
tranviario (επίθ.)
tranviere (ουσ αρσ )
trapanare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
trapanatore (ουσ αρσ )
trapanatrice (θηλ.ουσ)
trapanatura (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---