tortuóso
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [tortuˈoso], [tortuˈozo]
1 αμφίβολος
2 ύπουλος
3 παραπλανητικός
4 χρησιμοποιών πλάγιες μεθόδους
5 ασαφής
6 αμφιλεγόμενος
7 απατηλός
8 γαμψός
9 κυρτός
10 στρεβλός
11 στρυφνός
12 στριμμένος
13 ελικοειδής
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [tortuˈoso], [tortuˈozo]
1 αμφίβολος
2 ύπουλος
3 παραπλανητικός
4 χρησιμοποιών πλάγιες μεθόδους
5 ασαφής
6 αμφιλεγόμενος
7 απατηλός
8 γαμψός
9 κυρτός
10 στρεβλός
11 στρυφνός
12 στριμμένος
13 ελικοειδής
permalink
tortuoso (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android