Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtordéla, tordèla
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [torˈdela], [torˈdɛla] 1 τσάρα Turdus viscivorus 2 βουνότσιχλα Turdus viscivorus 3 κίχλη η ιξοβόρος Turdus viscivorus 4 διπλότσιχλα Turdus viscivorus permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |