Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtopless
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈtɔpless] 1 χωρίς σουτιέν 2 τόπλες 3 τόπλες ρούχο 4 τόπλες μαγιό permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |