Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtepóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [teˈpore] 1 ζεστασιά 2 θαλπωρή 3 ζέστη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |