Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsvòlto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈzvɔlto] 1 αναπτυγμένος 2 που έχει γίνει ή εκτελεστεί 3 ξετύλιχτος 4 ξετυλιγμένος 5 ξεδιπλωμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |