Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόswing
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈswing] 1 μουσική σουίγκ 2 χορός σουίγκ 3 παλινδρόμηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |