Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsuperfluità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [superfluiˈta] 1 περιττή επανάληψη 2 χρήση πολλών λέξεων 3 υπερβολή 4 περίσσεια 5 πλεονασμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |