Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sublimàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [subliˈmare]

Εξαχνώνομαι

sublimàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [subliˈmare]

1 εξαχνώνω
2 εξυψώνω
3 εκθειάζω

sublimarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [subliˈmarsi]

1 εξευγενίζομαι
2 εξαγνίζομαι
3 εξαχνώνομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sublacustre sublimato  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

subitaneità (θηλ.ουσ)
subitaneo (επίθ.)
subito (επίθ.)
subito (επίρ.)
sublacustre (επίθ.)
sublimare (ρ.αμτβ.)
sublimare (ρ. μτβ.)
sublimarsi (ρ.μ. (αντων.))
sublimato (αρσ. επίθ και ουσ)
sublimazione (θηλ.ουσ)
sublime (ουσ αρσ )
sublime (επίθ.)
sublimemente (επίρ.)
subliminale (επίθ.)
sublimità (θηλ.ουσ)
sublinguale (επίθ.)
sublitorale (επίθ.)
sublocare (ρ. μτβ.)
sublocatario (ουσ αρσ )
sublocatore (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---