Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsfornìre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [sforˈnire] στερώ κάτι από κάποιον sfornirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [sforˈnirsi] στερούμαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |