Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόserrafórme
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,serraˈforme] σφήνα ξύλινη για να μην φεύγουν τα στοιχεία από πλάκα στοιχειοθεσίας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |