Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsciorinàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ʃoriˈnare] 1 απλώνω (ρούχα) 2 κάνω φιγούρα 3 κάνω επίδειξη 4 λέω (με θράσος ή αναίδεια) 5 επιδεικνύομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |