ItalianoGreco


scientìsta  
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [ʃenˈtista]

1 ακόλουθος του επιστημονισμού
2 οπαδός του χριστιανικού επιστημονισμού


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---