Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsarcàstico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [sarˈkastiko] 1 σαρδόνιος 2 χλευαστικός 3 ειρωνικός 4 καυστικός 5 σαρκαστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |