Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrisentìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [risenˈtire] 1 δείχνω ίχνη φθοράς 2 αισθάνομαι τα αποτελέσματα παλιών πληγών risentìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [risenˈtire] 1 υποφέρω 2 ακούω ξανά 3 αισθάνομαι ξανά 4 ξανακούω 5 καταλήγω risentirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [risenˈtirsi] 1 ξυπνώ 2 δυσανασχετώ 3 προσβάλλομαι 4 μαθαίνω νέα κάποιου πάλι 5 ανακτώ τις αισθήσεις μου 6 φέρνω βαρέως 7 με πειράζει (κάτι) 8 μνησικακώ 9 μιλιέμαι με κάποιον πάλι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |