Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόripicchiàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [ripikˈkjare] 1 επιμένω 2 ξαναχτυπώ ripicchiàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ripikˈkjare] ξαναχτυπώ ripicchiarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [ripikˈkjarsi] 1 φτιάχνομαι (σε εμφάνιση) 2 στολίζομαι 3 περιποιούμαι (εμφάνιση) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |