Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόribadiménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ribadiˈmento] 1 επικύρωση 2 κάρφωμα 3 επιβεβαίωση 4 πριτσίνωμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |