ItalianoGreco


rianimazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [rianimatˈtsjone]

η αναζοωγόνηση


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


reparto [αρσ.] rianimazione = το τμήμα ανάνηψης



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---