Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


réclame
θηλυκό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [reˈklam]

1 ρεκλάμα
2 προβολή
3 διαφήμιση
4 προώθηση


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  reclamare reclamista  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

recitativo (αρσ. επίθ και ουσ)
recitatore (ουσ αρσ )
recitazione (θηλ.ουσ)
reclamante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
reclamare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
reclame (θηλ. επίθ και ουσ)
reclamista (ουσ αρσ και θηλ.)
reclamistico (επίθ.)
reclamizzare (ρ. μτβ.)
reclamo (ουσ αρσ )
reclinabile (επίθ.)
reclinare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
reclinato (επίθ.)
reclino (επίθ.)
recludere (ρ. μτβ.)
reclusione (θηλ.ουσ)
recluso (ουσ αρσ )
recluso (επίθ.)
reclusorio (ουσ αρσ )
recluta (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---