Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόradiomòbile
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [,radjoˈmɔbile] 1 κινητή ραδιοφωνική μονάδα 2 συνεργείο εξωτερικών μεταδόσεων permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |