Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpùma
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈpuma] 1 κούγκαρ felis concolor 2 ορεινός λέων felis concolor 3 πούμα felis concolor permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |