ItalianoGreco


protezióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [protetˈtsjone]

η προστασία


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


fattore [αρσ.] di protezione [θηλ.] = ο δείκτης προστασία || (αντιλιακή κρέμα) fattore [αρσ.] di protezione = (di crema solare) δείκτης προστασίας



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---