Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprincipéssa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [prinʧiˈpessa] 1 βασιλοπούλα 2 πριγκίπισσα 3 βασιλοκόρη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |